Logo
Prev
search
Print
addthis
Rotate
Help
Next
Contents
All Pages
Browse Issues
Buy This Issue
Επιλέξτε έκδοση
Δευτέρα
Πέμπτη
Σάββατο
Home
'
Neos Kosmos Monday : 23 January 2017
Contents
ΔΕΥΤΕΡΑ 23 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2017 ΝΕΟΣ ΚΟΣΜΟΣ - 5 ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ Μπεν Άφλεκ: «Για κάθε επιλογή μας, πληρώνουμε ένα τίμημα» Ο βραβευμένος με δύο Όσκαρ ηθοποιός, σκηνοθέτης, παραγωγός και σεναριογράφος μιλάει για τις προκλήσεις που αντιμετώπισε στη νέα ταινία του, «Ο νόμος της νύχτας» ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗ* Αρρενωπός, με έναν αέρα «παλιού Χόλιγουντ», ο 44χρονος Μπεν Άφλεκ τα τελευταία χρόνια έχει αποδειχθεί καλύτερος σκηνοθέτης από ό,τι ηθοποιός. Οι ταινίες που φέρουν τη σφραγίδα του ως δημιουργού απευθύνονται σε σκεπτόμενο κοινό, αφηγούνται πρωτότυπες ιστορίες και είναι γυρισμένες με το μεράκι ενός γνήσιου σινεφίλ: από το ντεμπούτο του, το «Χωρίς ίχνη» (2007), μέχρι την περιπέτεια «The Τown» (2010) και βέβαια την οσκαρική «Επιχείρηση: Argo» (2012), ο Μπεν Αφλεκ παρουσιάζει μια ωριμότητα και μια συνέπεια που χαίρουν θαυμασμού. Η τέταρτη ταινία του «Ο νό- μος της νύχτας», είναι ένα γκανγκστερικό δράμα «παλαιάς κοπής» στηριγμένο στο μπεστ σέλερ του Ντένις Λεχέιν (στα ελληνικά από τις εκδόσεις Πατάκη), με τον οποίο ο Αφλεκ είχε συνεργαστεί και στην πρώτη ταινία του. Ως ηθοποιός, στον «Νόμο της νύχτας» ο Άφλεκ κάνει επίσης ένα βήμα πιο πέρα, κρατώντας ίσως τον πιο σκοτεινό ρόλο της καριέρας του: υποδύεται τον Τζο Κάφλιν, έναν κακοποιό της Βοστώνης που χτίζει σιγά-σιγά το όνομά του στην Αμερική της ποτοαπαγόρευσης. Η εν λόγω ταινία ήταν η αφορμή για μια συνάντησή μας τον περασμένο Δεκέμβριο στη Νέα Υόρκη, όπου ομολογώ ότι ο Μπεν Άφλεκ με εντυπωσίασε. Μιλάει πολύ γρήγορα (σχεδόν δυσκολεύεσαι να τον παρακολουθήσεις), με πολύ πάθος, ξέρει πολύ καλά το σινεμά και είναι ένας καθαρόαιμος οραματιστής. Μια από τις πιο όμορφες στιγμές της κουβέντας μας ήταν όταν του ανέφερα την «Τσάιναταουν» του Ρόμαν Πολάνκσι. Ο Άφλεκ άρχισε να υμνεί το σενάριο του Ρόμπερτ Τάουνι («Όταν τον συνάντησα τον έπρηξα λέγοντάς του ξανά και ξανά ότι έχει γράψει ένα αριστούργημα») και να λέει με υπερηφάνεια ότι ένα πρωτότυπο πόστερ της ταινίας κοσμεί το γραφείο του. Με άλλα λόγια, ο Μπεν Άφλεκ είναι αυτό που πολύς κόσμος πιστεύει ότι δεν είναι. Ξεκινήσαμε τη συζήτηση από τη σχέση του με τον Λεχέιν, συγγραφέα μεγάλου κύρους στην Αμερική, με επιτυχίες όπως το «Σκοτεινό ποτάμι» και το «Νησί των καταραμένων». Τι είναι τελικά αυτό που σας συνδέει με τα μυθιστορήματα του Ντένις Λεχέιν; «Αυτό είναι το δεύτερο βιβλίο του Ντένις που κάνω ταινία και νομίζω ότι πλέον εδραιώνεται ο θαυμασμός που τρέφω για το έργο του. Ο Ντένις έχει μια ασφαλή φιλοσοφία γύρω από τη σχέση λογοτεχνίας - κινηματογράφου. Το βλέπει ως εξής: «Γράφω τα βιβλία, δεν κάνω τις ταινίες». Ξέρει το σύστημα. Κάποιος αγοράζει τα δικαιώματα, άρα αυτός έχει την ευθύνη της μεταφοράς τους. Μεταξύ μας δουλεύουμε συστηματικά. Του στέλνω σημειώσεις προτού καν ξεκινήσω γύρισμα. Ή και κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων. Εχουμε δημιουργικό διάλογο. Μου στέλνει κι αυτός σημειώσεις με επισημάνσεις του. Στο τέλος, όταν η ταινία έχει πια γυριστεί, βλέπει μια πρώτη εκδοχή της. Το θέμα είναι ότι ο Ντένις δεν ανήκει στην κατηγορία των συγγραφέων που θέλουν να βρίσκονται διαρκώς στο μόνιτορ, που θέλουν να ελέγχουν τα πάντα, που θέλουν να έχουν λόγο για το καστ, για τις αλλαγές, για το οτιδήποτε. Είναι πολύ ασφαλής αλλά και, για να είμαι ειλικρινής, υποστηρικτικός». Τι θα μπορούσε να σας πει με μια επισήμανσή του ο Ντένις Λεχέιν; «Ω, μικρά πράγματα, τα οποία, όμως, μπορούν να κάνουν τη διαφορά στο μεγάλο σύνολο. Ένα βλέμμα που δεν ήταν τόσο σπαρακτικό όσο θα έπρεπε, μια παύση που ίσως θα ήταν προτιμότερο να είχε μεγαλύτερη διάρκεια. Ή μικρότερη. Τέτοια πράγματα. Ο Ντένις είναι καλλιτέχνης. Έχει τρομερή αντίληψη των αποχρώσεων των πραγμάτων. Είναι συντονισμένος στις λεπτομέρειες. Και αυτό είναι πολύ σημαντικό, διότι κατά τη γνώμη μου ένα μεγάλο έργο οφείλει τη σπουδαιότητά του στις λεπτομέρειες». Και τι ήταν αυτό που σας γοήτευσε στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα, τον «Νόμο της νύχτας»; «Αν στο «Χωρίς ίχνη» αγάπησα τη διφορούμενη ηθική της ιστορίας, διαβάζοντας τον «Νόμο της νύχτας» είδα μια ταινία-επιστολή αγάπης στις παλιές γκανγκστερικές ταινίες του Χόλιγουντ, του ‘30, του ‘40 αλλά και του ‘50, του ‘60 και του ‘70. Ήθελα πραγματικά να φτιάξω ένα πολύ cool, διασκεδαστικό γκανγκστερικό έργο και οι επιρροές μου, όσο κλισέ και αν ακουστώ, ξεκινούν από ταινίες όπως «Ο μεγάλος αμαρτωλός», ο «Δημόσιος κίνδυνος» και οι «Κολασμένες ψυχές». Αλλά και ο «Νονός» του Φράνσις Φορντ Κόπολα. Και προσπάθησα να αποδείξω ότι γίνονταν κάποτε για την κατάκτηση του αμερικανικού ονείρου; «Δεν ξέρω... Δεν ξέρω. Εί- ναι δύσκολο να μιλήσεις με βάση τις διαφορετικές γενιές. Πιστεύω, πάντως, ότι σήμερα κάνουμε cocooning μέσα στη μικρή φωλιά της γενιάς μας και κοιτάζουμε τα πράγματα από το παράθυρο και κάνουμε ότι ξέρουμε αυτή τη γενιά καλύτερα από κάθε άλλη που προηγήθηκε. Αυτό που αντιλαμβάνομαι συναναστρεφόμενος νέους ανθρώπους, 20άρηδες, 25άρηδες με τους οποίους συνεργάζομαι, είναι μια τρομερή εργασιακή ηθική και τυφλή αφοσίωση σε αυτό που κάνουν. Με αυτή τη στάση τους τα παιδιά ετούτα συγκρούονται με τον στερεοτυπικό τεμπέλη αλλοτινών γενιών ο οποίος ζητούσε αναρρωτική άδεια κάπου εκατό ημέρες τον χρόνο. Πιστεύω πολύ στη νέα γενιά, με εμπνέει, με ενθαρρύνει. Το μέλλον δεν θα είναι ακριβώς το ίδιο με αυτό που έχουμε προβλέψει, αυτό που έχουμε σχεδιάσει, όμως αυτό ίσως να είναι και το καλό της υπόθεσης». Θεωρείτε ότι ένας κινηματογραφιστής έχει ευθύνη απέναντι στο κοινό σε σχέση με αυτό που αποφασίζει να κινηματογραφήσει και με το πώς το κινηματογραφεί; «Πιστεύω ότι ναι, οφείλουμε να έχουμε αίσθηση ευθύνης, ως κινηματογραφιστές, ως καλλιτέχνες, ως πολίτες. Αυτό που δίνουμε στον κόσμο ασκεί, αναπόφευκτα, επιρροή σε τρίτους· είτε είναι μια ταινία είτε ένα γκραφίτι στον δρόμο. Πιστεύω, επίσης, ότι οφείλουμε να έχουμε ευθύνη σε ό,τι σχετίζεται με τη δημόσια συμπεριφορά μας. Για παράδειγμα, ως με ασταμάτητα cuts και πολύ αυτοσχεδιασμό από εμένα και τον (Τζέρεμι) Ρένερ. Στον «Νόμο της νύχτας» ήθελα να ξέρω ακριβώς τι επρόκειτο να κάνω προτού το κάνω, πού θα στόχευε η κάμερα, πού θα βρίσκονταν οι κομπάρσοι, πού θα ήταν τα αυτοκίνητα. Ολοι οι ηθοποιοί γνώριζαν εκ των προτέρων πού θα βρίσκονταν, τι θα έκαναν, τι θα έλεγαν και πότε. Δεν υπήρχε καμία σύγχυση, κανένα μπέρδεμα από εκείνα που κάνουν τον σκηνοθέτη να νιώθει ανόητος. Είναι μια πολύ δύσκολη μέθοδος, βέβαια, διότι αν έχεις πολλά μονοπλάνα δεν αρκεί να πετύχεις το μισό, δεν έχεις τη βοήθεια του μοντάζ, θα πρέπει να το ολοκληρώσεις τέλειο. Και ναι, φοβόμουν, όμως είχα στη διάθεσή μου τον Μπομπ Ρίτσαρντσον στη διεύθυνση της φωτογραφίας, και έτσι νομίζω τα κατάφερα». Επομένως, γιατί επιλέξατε τα μονοπλάνα ενώ θα μπορούσατε να κάνετε τη ζωή σας πιο εύκολη με το μοντάζ; «Νομίζω ότι ο Τζιμ Τζάρμους ήταν που έχει πει πως κάθε cut είναι ένα ψέμα. Νομίζω ότι αυτό είναι. Κατά μία έννοια είναι σαν να ξέρεις ότι κοροϊδεύεις τον άλλο με τα πολλά cuts, επομένως επιλέγεις να μην το κάνεις, να αφήσεις το πράγμα να εξελιχθεί όπως είναι, αναζητώντας την αυθεντικότητα. Το κοινό καταλαβαίνει ότι παρακολουθεί κάτι περισσότερο αληθινό, περισσότερο οργανικό. Χωρίς βέβαια να το επιδιώκω συνειδητά σαν να λέω: «Κοιτάξτε πόσο σέξι σκηνοθέτης είμαι και τι μπορώ να κάνω»». Ο Μπεν Άφλεκ ακόμη και μια τέτοια ταινία, να χτυπήσω ξύλο, μπορεί να έχει επιτυχία με το μεγάλο κοινό». Τι ήταν αυτό που ανακαλύψατε στην αφήγηση αυτής της ιστορίας και σας εξέπληξε; «Τους ηθοποιούς. Για πρώτη φορά εκτίμησα τόσο πολύ τη σημασία των ηθοποιών, ίσως επειδή αυτή είναι η πρώτη φορά που ως κινηματογραφιστής μπορώ να πω ότι άγγιξα τα όριά μου - αν δεν τα ξεπέρασα κιόλας. Οι ηθοποιοί χρειάζονται σθένος όταν ο σκηνοθέτης βρίσκεται υπό πίεση και αυτή τη φορά ήμουν όντως πολύ πιεσμένος». Ο ήρωάς σας, ο Τζο Κάφλιν, αναζητεί το αμερικανικό όνειρο, όχι όμως με τόσο αποδεκτές μεθόδους. Ως σκηνοθέτης ήταν πρόθεσή σας να το επισημάνετε; «Δεν νομίζω ότι θέλησα ποτέ να δώσω κάποιο συγκεκριμένο μήνυμα με την ταινία μου, αν και υπάρχει μια συγκεκριμένη σκέψη που ο Ντένις προτείνει στο βιβλίο κι εγώ προσπάθησα να την ακολουθήσω. Για κάθε επιλογή που κάνουμε έχουμε να πληρώσουμε ένα τίμημα. Ορισμένες φορές κάνουμε ό,τι θέλουμε, διαλέγουμε τις δικές μας ξεχωριστές ηθικές, όμως τελικά υπάρχει ένας τρόπος που λειτουργεί το Σύμπαν και κάποια στιγμή, όταν έρχεται το πλήρωμα του χρόνου, θα πρέπει να πληρώσουμε την οφειλή μας». Πότε ανακαλύψατε αυτό που μόλις είπατε; «Θα μπορούσα να σας πω, αλλά έτσι θα αποκάλυπτα πολλά πράγματα για τον εαυτό μου και δεν θα το ήθελα». Πιστεύετε, όμως, ότι ένα νεαρό σε ηλικία κοινό είναι σε θέση να αντιληφθεί τι θυσίες πολίτης ένιωσα άσχημα βλέποντας ότι στις πρόσφατες προεδρικές εκλογές στην Αμερική η Κου Κλουξ Κλαν άρχισε να ακούγεται περισσότερο. Ήταν ένας από τους λόγους που αποφάσισα να βάλω ένα κομμάτι του διαλόγου στην ταινία, λέγοντας ότι η Κου Κλουξ Κλαν δεν είναι αμελητέα ποσότητα, αφού αγγίζει τα πέντε εκατομμύρια μέλη σε όλη τη χώρα (σ.σ.: το λέει ο ίδιος ο Άφλεκ σε μια σκηνή της ταινίας). Το έβαλα διότι ήθελα το κοινό να καταλάβει πως εκείνη η εποχή ήταν τόσο διαφορετική από τη σημερινή. Προφανώς, σήμερα, δεν έχουμε πέντε εκατομμύρια οπαδούς της Κου Κλουξ Κλαν στην Αμερική. Νιώθεις, όμως, ότι τώρα η ΚΚΚ έχει μεγαλύτερη απήχηση από ό,τι πριν από πέντε-δέκα χρόνια». Μιλήστε μας λίγο για το πώς βοηθιέται ένας ηθοποιός όταν σκηνοθετείται από τον εαυτό του. Και το αντίθετο, πώς δηλαδή βοηθιέται ένας σκηνοθέτης που σκηνοθετεί τον εαυτό του ως ηθοποιό. «Ως ηθοποιός που σκηνοθετείσαι από τον εαυτό σου μαθαίνεις να αποβάλεις τα περιττά, να μη σπαταλάς ενέργεια και να κάνεις καλύτερη χρήση εκείνων των στοιχείων που νιώθεις ότι λειτουργούν. Και αυτό το μαθαίνεις βλέποντας σε καθημερινή βάση το υλικό σου». Περιγράψτε λίγο το ρετρό στυλ της ταινίας. «Το ύφος ήθελα να είναι επιτηδευμένα κλασικό, επέλεξα να δουλέψω με ατελείωτα storyboards, με πολλά dollies (ράγες στις οποίες τοποθετείται και κινείται η κάμερα), δεν ήθελα κάμερα στο χέρι, δεν ήθελα η εικόνα να έχει τίποτε το σύγχρονο όπως π.χ. στο «The Τown» όπου τα πάντα έγιναν πολύ γρήγορα, Έχει πολύ ενδιαφέρον και η αναπαράσταση της εποχής της ποτοαπαγόρευσης με πάρα πολλές εξωτερικές σκηνές πλήθους. Σας δυσκόλεψαν; «Οι δυσκολότερες! Και ο λόγος είναι ότι δεν ήθελα να χρησιμοποιήσω ψηφιακούς κομπάρσους. Πιστεύω ότι η τεχνολογία δεν έχει ακόμη καταφέρει να παρουσιάσει τους ψηφιακούς extras σε σημείο τέτοιο ώστε η εικόνα τους να είναι πραγματικά ανθρώπινη. Αυτό που γίνεται είναι περίπλοκο και φαίνεται. Σκεπάζουν με ψηφία την εικόνα και τη μετακινούν και είναι σαν να μετακινούνται μαζί όλοι οι άνθρωποι. Κάτι δεν μου κάθεται καλά με αυτές τις εικόνες, είναι «εκτός». Aυτό που βλέπουμε στην ταινία είναι εξολοκλήρου σάρκινο. Κάθε κομπάρσος έχει το δικό του κοστούμι, κάθε κοστούμι είναι χειροποίητο, όλα τα σκηνικά είναι φτιαγμένα από το μηδέν, ήξερα πού θα πάει το κάθε καδρόνι. Ήθελα να προσφέρω μια ταινία που θα ήταν πραγματικά σαν εκείνες... Σαν τους «Κόκκινους» ή σαν το «Δρ Ζιβάγκο»». Δηλαδή, τα πάντα στην ταινία είναι πραγματικά, ακόμη και τα αυτοκίνητα; «Όλα τα αυτοκίνητα είναι αλη- θινά. Το μόνο ψηφιακό στοιχείο της ταινίας είναι μια μακέτα που απεικονίζει τη φυλακή Charlestown της Βοστώνης, η οποία δεν υπάρχει πια διότι γκρεμίστηκε - τίποτε δεν υπάρχει από αυτήν εκεί πλέον, ο χώρος έδωσε τη θέση του σε κολέγιο. Χρειάστηκε να φτιάξουμε μία ακόμη ψηφιακή μακέτα, και αυτό ήταν. Όλα τα υπόλοιπα είναι αληθινά. Γι’ αυτό και πιστεύω ότι δεν θα μπορούσε σε καμία περίπτωση ο «Νόμος της νύχτας» να είναι η πρώτη μου ταινία. Γίνονταν πάρα πολλά πράγματα στη σκηνή και θα έπρεπε να έχω αρκετή πείρα για να τα ελέγξω». Αλήθεια, πώς είναι να οδηγείς ένα αυτοκίνητο εκείνης της εποχής; «Δεν το οδήγησα! Ο (συμπρωταγωνιστής μου) Κρις Μεσίνα το οδήγησε, δόξα τω Θεώ. Όποτε έπιανα τιμόνι ήταν καταστροφή! Το μεγάλο πρόβλημα ήταν οι ταχύτητες. Κατά κάποιον τρόπο αφήνουν την οδήγηση στη φαντασία σου... Έχω δύο σκηνές όπου οδηγώ και σκεφτόμουν: «Αυτό είναι απίστευτο! Πώς το έκαναν τότε;»». l *Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino το Σάββατο, 7 Ιανουαρίου 2017. Τμήματα του Κονώνειου Τείχους, αρχαίους νεωσοίκους (όπου ελλιμενίζονταν τα πλοία της Αθηναϊκής Δημοκρατίας τους χειμώνες) και άλλα κτίσματα, σκοπεύει να ενοποιήσει και να αναδείξει το Υπουργείο Πολιτισμού Έργα-ανάσα στο αρχαίο πολεμικό λιμάνι Πειραιά ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΚΩΤΤΗ Την ανάδειξη και ενοποίηση των αρχαιολογικών ευρημάτων του Κονώνειου Τείχους καθώς και την ανάδειξη των υποθαλάσσιων ευρημάτων των αρχαίων νεωσοίκων, περιλαμβάνει η μελέτη που συζητήθηκε στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο (ΚΑΣ). Έτσι, ο Πειραιάς θα αποκτή- σει έναν αρχαιολογικό χώρο στη Μαρίνα Ζέας, μια παραμελημένη, από αρχαιολογικής άποψης, περιοχή. Η οριστική μελέτη ανάδειξης και αποκατάστασης των εκεί αρχαιοτήτων συζητήθηκε στο ΚΑΣ. Η μελέτη αυτή περιλαμβά- νει ανάδειξη και ενοποίηση των αρχαιολογικών ευρημάτων του Κονώνειου τείχους καθώς και την ανάδειξη των υποθαλάσσιων ευρημάτων των αρχαίων νεωσοίκων. Όλα τα ευρήματα είναι τμηματικά και εμφανίζονται διάσπαρτα σε διάφορα σημεία της μαρίνας Ζέας χωρίς να διαμορφώνουν μια συνεχή εικόνα. Τα αρχαία κατάλοιπα (τμήματα οχύρωσης και αρχαίων νεωσοίκων) εντοπίζονται στις ακόλουθες πέντε περιοχές: Αναψυκτήριο «Πισίνα», Ναυτικό Μουσείο Ελλάδος, Κτίριο παραπλεύρως του Ναυτικού Μουσείου και πίσω από το Flocafe, Περιοχή εξόδου από τη μαρίνα, Ανατολικός πύργος εισόδου αρχαίου λιμανιού και νεώσοικοι. Σε αυτές θα γίνουν οι παρεμβάσεις. Η Anamorphosis και οι αρχιτέκτονες N. Γεωργιάδης, Κ. Κακογιάννης, Π. Μαμαλάκη και Β. Ζητωνούλης, πρότειναν τη δημιουργία ενός αρχιτεκτονικού περιβάλλοντος στο οποίο το τείχος και το πολεμικό λιμάνι θα αναδειχθούν έτσι ώστε, και την ημέρα και την νύχτα, να αποτελούν αξιοθέατους προορισμούς, να προσκαλούν τον επισκέπτη να τα περιδιαβεί και να ενημερωθεί για την ιστορία τους. Επίσης, θα αποδοθούν σε κοινή πολεοδομική χρήση ως στοιχεία της ζωντανής ιστορίας της πόλης του Πειραιά. Τέλος, θα προβληθούν ως μέρη ενός μνημειακού συνόλου αισθητικής και πολεοδομικής σημασίας. Προτάθηκε η δημιουργία ενός Αρχαιολογικού Περιπάτου, ο οποίος θα αποκαταστήσει τη συνέχεια του πολεοδομικού περιβάλλοντος με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο το αρχαίο τείχος δημιουργούσε μια αδιάκοπη συνέχεια. Ο Αρχαιολογικός Περίπατος οργανώνεται μέσω μιας σειράς αρχιτεκτονικών στοιχείων, όπως ράμπες, γέφυρα και πεζόδρομος, τα οποία αποκαθιστούν τη σύνδεση των οδών Ακτής Μουτσοπούλου και Ακτής Θεμιστοκλέους με το κάτω διάζωμα της μαρίνας. Προτείνεται επίσης η αποκατάσταση του φυσικού τοπίου σε χαρακτηριστικά σημεία. Στη Ζέα δημιουργήθηκε κατά τους κλασικούς χρόνους ο κύριος πολεμικός ναύσταθμος των Αθηναίων. Μετά τη μάχη του Μαραθώνα, ο Θεμιστοκλής αποφασίζει να ενισχύσει τη ναυτική δύναμη της Αθήνας, εξασφαλίζοντας τα λιμάνια του Πειραιά, στα οποία δημιουργεί τα νεώρια του νέου αθηναϊκού στόλου. Ξεκινά την ανέγερση των Μακρών Τειχών, μαζί με την κατασκευή του οχυρωματικού περιβόλου, τόσο της Πειραϊκής χερσονήσου όσο και των τριών φυσικών λιμανιών της, της Μουνιχίας, της Ζέας και του Κανθάρου. Οι διάδοχοί του, Κίμωνας και Περικλής, μετά το 472 π.Χ. ολοκληρώνουν το έργο της οχύρωσης του Πειραιά και της οργάνωσης του ναυστάθμου. Τα τείχη, συνολικού μήκους περίπου 13 χλμ., υψώνονται κοντά στην ακτογραμμή και το πλάτος τους ανέρχεται στα 3,4 - 3,6 μ., ενώ στην περιοχή των πύργων φτάνει τα 4,2 μ. Σήμερα σώζονται 22 από τους αρχικούς 55 πύργους. Ψηφιακή Βιβλιοθήκη «Πηνελόπη Δέλτα» Μπορούν να την επισκέπτονται (μέσω διαδικτύου) οι αναγνώστες του «Νέου Κόσμου» Από τον Ιωάννη Παπαδάκη λάβαμε την ακόλουθη ενημέρωση προς τους αναγνώστες του «Νέου Κόσμου». Μεταξύ άλλων, γράφει: «Θέλουμε να σας ενημερώσουμε για την έναρξη λειτουργίας της Ψηφιακής Βιβλιοθήκης «Πηνελόπη Δέλτα» http://www.taexeiola.gr/ pinelopidelta/ Η βιβλιοθήκη δημιουργήθηκε προς τιμήν της Πηνελόπης Δέλτα και θα φιλοξενήσει σταδιακά όλα τα έργα της σπουδαίας Ελληνίδας συγγραφέως, μέσα από προσεγμένες ψηφιακές εκδόσεις βιβλίων, που θα μπορεί ο αναγνώστης να διαβάζει online, να κατεβάζει και να εκτυπώνει εντελώς ελεύθερα και νόμιμα. Επίσης, θα προστεθούν κείμενα, εργασίες και βίντεο με αναλύσεις καθώς και βιο- γραφικά στοιχεία. Η Πηνελόπη Δέλτα (18741941) γεννημένη στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, θεωρείται από τις σπουδαιότερες Ελληνίδες συγγραφείς. Έγραψε κυρίως λογοτεχνία για παιδιά (διηγήματα, ιστορικά αφηγήματα, παραμύθια), καθώς και μελετήματα που αφορούσαν παιδαγωγικά και εκπαιδευτικά ζητήματα. Η αγάπη της για την πατρίδα και καθετί ελληνικό φαίνεται και στα γραπτά της. Κατά τη διάρκεια της ζωής της βοήθησε την Ελλάδα με σημαντικό φιλανθρωπικό έργο. Η βιβλιοθήκη για αρχή φιλοξενεί τρία πολύ αγαπημένα βιβλία της συγγραφέως: «ΤΡΕΛΑΝΤΩΝΗΣ», «ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΧΩΡΙΣ Sarah Jessica Parker: «Πρέπει να επισκεφθείτε την Ελλάδα!» «Οι άνθρωποι, ο πολιτισμός, η ιστορία, το φαγητό, η μουσική» είναι όλα όσα λατρεύει από την Ελλάδα η γνωστή ηθοποιός Sarah Jessica Parker. Αυτά δήλωσε on camera κατά την τελετή απονομή των Χρυσών Σφαιρών την περασμένη Κυριακή, ενώ συνέχισε απαριθμώντας τα αγαπημένα της φαγητά από την ελληνική κουζίνα. «Λατρεύω τα χόρτα, τη φάβα, την ελληνική σαλάτα, το αρνί... τα πάντα!». Μάλιστα, κλείνοντας τη συνέντευξη, η σταρ του «Sex and the City» θέλησε να κάνει επίδειξη των γνώσεών της στα ελληνικά λέγοντας «γεια σου» και «ευχαριστώ». H Sarah Jessica Parker σε παλαιότερο ταξίδι της στα ελληνικά νησιά Η διάσημη ηθοποιός είπε πως έχει μια σχέση στοργής με την Ελλάδα παρομοιάζοντας τα συναισθήματά της με εκείνα που τρέφει κάποιος για το μέρος που νιώθει σπίτι του. Στο υπουργείο Τουρισμού σίγουρα χαμογελάνε, αφού λόγω των περιορισμένων κονδυλίων δηλώσεις όπως αυτές λειτουργούν ενισχυτικά στο πλάνο του υπουργείου για την προβολή της Ελλάδας ως έναν ασφαλή και ελκυστικό προορισμό για τους Αμερικανούς στην ταραχώδη Ανατολική Μεσόγειο. Την αρχή, βέβαια, έκανε ο απερχόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα, με την πρόσφατη επίσκεψή του στην Αθήνα και την αποδοχή της πρόσκλησης της υπουργού Τουρισμού Έλενας Κουντουρά, για καλοκαιρινές διακοπές στην Ελλάδα, όταν θα έχει αποδεσμευτεί πια από τα καθήκοντά του. ΟΝΟΜΑ» και «ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ». Τα ψηφιακά βιβλία διατίθενται ελεύθερα προς κάθε χρήση. Το αντίτιμο για όσους το επιθυμούν είναι, στις δύσκολες εποχές που περνάμε, να βοηθούν τους γύρω τους με όποιον τρόπο μπορούν. Σας ευχαριστούμε, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ «ΠΗΝΕΛΟΠΗ ΔΕΛΤΑ»
Links
Archive
16 January 2017
30 January 2017
Navigation
Previous Page
Next Page